Μήλης Νίκος:
Εξίσωση με πτυχία κολεγίων; Μη βάλουμε το πρόβλημα «κάτω από το χαλί».

Στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας «Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Ερευνητικών και Τεχνολογικών Φορέων και άλλες διατάξεις» που εισήχθη στη Βουλή και συγκεκριμένα στο άρθρο 50, σε συνέχεια των ρυθμίσεων του Ν.4635/2019 προβλέπεται να γίνονται δεκτά από τον ΑΣΕΠ τα πτυχία των κολεγίων ακόμα και αν δεν έχουν εξασφαλίσει την ακαδημαϊκή αναγνώριση των πτυχίων τους μέσω ΔΟΑΤΑΠ (Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης. Προχωρά σε ακαδημαϊκή αναγνώριση των κολεγίων της αλλοδαπής – πέραν εκείνης της επαγγελματικής αναγνώρισής τους – και αυτό δημιουργεί μείζον πρόβλημα για την ποιότητα των πτυχίων και για την ίδια την αξία τους, δημιουργώντας συνάμα ένα σημαντικό ακαδημαϊκό και κοινωνικό πρόβλημα γύρω από τα πανεπιστημιακά διπλώματα, τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα τους και τα επαγγελματικά δικαιώματα. Αυτό βέβαια συμβαίνει τη στιγμή που εκκρεμούν εδώ και πολλά χρόνια η έκδοση των επαγγελματικών δικαιωμάτων σε αποφοίτους πολλών τμημάτων ΑΕΙ και στους αποφοίτους των ΤΕΙ.
Έχουμε με άλλα λόγια μια ντε φάκτο αναγνώριση των κολλεγίων ως οιονεί πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και μάλιστα με όρους που δεν διασφαλίζουν την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών εκπαίδευσης, αφού στην Ελλάδα δεν υφίσταται ένα αυστηρό πλαίσιο αδειοδότησης, λειτουργίας και ελέγχου των Κολλεγίων.
Στην Ελλάδα, μετά την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας στο ελληνικό δίκαιο με το ΠΔ 38/2010 άρχισε μια διαρκής σκυταλοδρομία μεταξύ των διαφόρων ελληνικών κυβερνήσεων που τροποποιούσαν το αρχικό ΠΔ 38 (Ν.4093/2012, 4111/2013, Ν. 4610/2019, Ν.4635/2019) χωρίς, όμως να αλλοιώσουν την ουσία του, με μοναδικό γνώμονα την επίσπευση των διαδικασιών αναγνώρισης των πτυχίων και τίτλων σπουδών που αποκτούσαν οι αιτούντες την αναγνώριση σε χώρες της ΕΕ εκτός Ελλάδας.
«Η αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων σπουδών των > κολλεγίων με τους τίτλους σπουδών της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας > αποτελεί ουσιαστικά μία έμμεση κατάργηση του άρθρου 16 με το χειρότερο όμως τρόπο αφού δεν υπάρχει πλαίσιο και διασφάλιση ποιότητας στη λειτουργία
των Κολλεγίων»

Με βάση το εθνικό και ευρωπαϊκό Δίκαιο, κάθε κράτος-μέλος έχει το δικαίωμα να ορίζει το ελάχιστο επίπεδο των απαραίτητων προσόντων και να επιβάλλει ειδικές απαιτήσεις ως αποτέλεσμα εφαρμογής επαγγελματικών ρυθμίσεων, ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στην επικράτειά του. Γιατί η κυβέρνηση δεν κάνει χρήση αυτής της πρόβλεψης που υπάρχει στην κοινοτική νομοθεσία; (Ελλείψει εναρµόνισης των ελάχιστων προϋποθέσεων εκπαίδευσης για την πρόσβαση στα επαγγέλµατα που διέπονται από το γενικό σύστηµα, θα πρέπει να είναι δυνατό να προβλεφθεί για τα κράτη µέλη υποδοχής η δυνατότητα επιβολής αντισταθµιστικού µέτρου. Το µέτρο αυτό θα πρέπει να είναι αναλογικό και να συνυπολογίζει, ιδίως, την επαγγελµατική πείρα του αιτούντος. Η πείρα αποδεικνύει ότι η απαίτηση δοκιµασίας επάρκειας ή πρακτικής άσκησης προσαρµογής, κατ’ επιλογήν του µετανάστη, παρέχει τα απαιτούµενα εχέγγυα ως προς το επίπεδο προσόντων του, ώστε οποιαδήποτε παρέκκλιση από την επιλογή αυτή να πρέπει να αιτιολογείται, για κάθε περίπτωση, από επιτακτικό λόγο γενικού συµφέροντος.)
Στην πορεία αυτή έχουν τις ευθύνες τους όλες οι κυβερνήσεις μια και διαχρονικά δεν αντιμετώπισαν το εν λόγω θέμα σοβαρά και προτίμησαν να κάνουν μια «απλή διαχείρισή» του βάζοντας το πρόβλημα «κάτω από το χαλί». Με αποκορύφωμα το άρθρο 16 του Συντάγματος.
Το ΤΕΕ πρέπει να αντιδράσει γιατί αυτή η απόφαση θα δημιουργήσει “δεδικασμένο” και για τις επιστημονικές ειδικότητες των Μηχανικών. Ήδη το ΕΜΠ προέβει σε ανακοίνωση/διαμαρτυρία για το συγκεκριμένο άρθρο.