Πώς αναμένεται να διαμορφωθεί ο κλάδος των κατασκευών το 2020. Προκλήσεις και ευκαιρίες για μια νέα στρατηγική.

Σύμφωνα με έρευνα μεγάλης συμβουλευτικής εταιρείας, ο κατασκευαστικός κλάδος στην Ελλάδα αναμένεται να ανακάμψει κατά την περίοδο 2018-2022, με εκτιμώμενο, σύνθετο, ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 4,7%, από -2,4%, την περίοδο 2013-2017.

Ο κλάδος των μηχανικών και κατ’ επέκταση και των κατασκευών, πέρασε ιδιαίτερες δυσκολίες τα τελευταία χρόνια. Κανένας, ίσως, επιστημονικός κλάδος δεν κλυδωνίστηκε τόσο συθέμελα στα χρόνια της ελληνικής κρίσης, όσο αυτός του μηχανικού. Νέοι αυτοαπασχολούμενοι μηχανικοί οδηγήθηκαν σε μαζική έξοδο απο το επάγγελμα αδυνατώντας να ανταποκριθούν στις ασφαλιστικές εισφορές, μικρές και μεσαίες κατασκευαστικές εταιρείες έμειναν χωρίς αντικείμενο με τη συρρίκνωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, μελετητικά γραφεία κατέρρευσαν ως μέρος της αλυσίδας της προπαρασκευής των έργων, και η ιδιωτική οικοδομή εξέλειψε λόγω μηδενικής ζήτησης για αγορές. Την ίδια στιγμή, η μαζική φυγή νέων επιστημόνων από τη χώρα, το λεγόμενο brain drain, αποτελεί και τη μεγαλύτερη ίσως απειλή για την ανάταση του κλάδου μας.

Όταν και εφόσον έλθει η ανάπτυξη, ποιοι είναι αυτοί και με ποιους όρους που θα την υλοποιήσουν; Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα και ταυτόχρονα το μεγαλύτερο στοίχημα για τη χώρα. Πως θα καλυφθεί αυτό το κενό, αυτό το χάσμα, που υπονομεύει συνεχώς την πατρίδα μας.

Για να ενθαρρύνεις επενδύσεις υπάρχουν πολλοί τρόποι. Ένας τρόπος είναι η απλοποίηση διαδικασιών και η μείωση της φορολογίας, όπως για παράδειγμα, η αναστολή επιβολής ΦΠΑ 24% στις νέες κατασκευές και στο σύνολο των αδιάθετων νεόδμητων ακινήτων. Αρκεί από μόνο του; Ασφαλώς όχι. Το μεγαλύτερο αναπτυξιακό πρόβλημα στη χώρα, διαχρονικά, ήταν το δυσβάσταχτο φορολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς. Οποιοσδήποτε επενδυτής ερχόταν στην Ελλάδα, το λάμβανε σοβαρά υπόψη του, ενσωματώνοντας φορολογία και ασφαλιστική επιβάρυνση στο κόστος της επένδυσης. Αυτό που δεν μπορούσε να προβλεφθεί ήταν ο απαιτούμενος χρόνος για να ξεκινήσει μία επένδυση.

Αρα, ο κομβικός στόχος είναι η επιτάχυνση των αδειοδοτήσεων με στοχευμένες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το ελληνικό κράτος αρκεί να υιοθετήσει τις προτάσεις του Τ.Ε.Ε., π.χ για διεύρυνση των ηλεκτρονικών συστημάτων. Τα δύσκολα ξεκινούν μετά. Η μείωση της γραφειοκρατίας, η διαφάνεια, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, είναι ζητούμενα, αλλά δεν είναι αρκετά, καθώς το επίπεδο πολεοδομικής νομοθεσίας και αδειοδότησης χαρακτηρίζεται απο πολυπλοκότητα και αναχρονιστικές διαδικασίες.

Ταυτόχρονα, αυτό που απαιτείται, είναι να εντάξουμε τον όρο της βιώσιμης ανάπτυξης στο σχεδιασμό και την υλοποίηση των έργων, και να βρεθεί ένας τρόπος να προστατεύεται και να αναδεικνύεται η αξία του ανθρώπινου κεφαλαίου, δηλαδή του Έλληνα επιστήμονα.

Την ίδια στιγμή, θα πρέπει να αναδειχθεί ο σημαίνοντας ρόλος του μηχανικού σε μια σειρά από ζητήματα που αφορούν τη διασφάλιση της ποιότητας των παραγόμενων μελετών και έργων, όπως για παράδειγμα, ένα μητρώο πιστοποιημένων μηχανικών, το οποίο θα μπορούσε να αναλαμβάνει ενεργό ρόλο, όπου το δημόσιο δεν μπορεί να ανταπεξέλθει.  Επίσης, λόγω του χαμένου εδάφους που έχει να καλύψει η χώρα και με στόχο υψηλούς αριθμούς απορρόφησης, ο έλεγχος των επενδύσεων θα μπορούσε να γίνεται πλέον και από ελεγκτικές εταιρείες (ορκωτούς) σε συνεργασία με  μηχανικούς κατάλληλης ειδικότητας.

Τέλος, θα πρέπει να αναζητηθούν νέοι, έξυπνοι και εναλλακτικοί τρόποι χρηματοδότησης για τα έργα, να θεραπεύσουμε την «γάγγραινα» της χαμηλής απορρόφησης κονδυλίων από την Ευρώπη και να βάλουμε τους όρους και το πλαίσιο για την ορθή επενδυτική επιλογή έργων.

Κυρίως όμως να απαντήσουμε με σαφήνεια στα παρακάτω 2 ερωτήματα:

  • Ποιες κατασκευές προκρίνουμε και τι ανάγκες έρχονται να καλύψουν;
  • Πόσες θέσεις εργασίας αναμένεται να καλύψει η ανάκαμψη αυτή και ποια η προστιθέμενη αξία για την πατρίδα μας;

 

*Ο Νίκος Μήλης είναι Διπλωματούχος Πολιτικός Μηχανικός, Πρόεδρος της Αντιπροσωπείας του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΤΕΕ)